- αλλάζομαι
- αλλάζομαι, αλλάχτηκα, αλλαγμένος βλ. πίν. 24——————Σημειώσεις:αλλάζομαι : στην παθητική φωνή περιορίζεται κυρίως στην έννοια → αντικαθίσταμαι (εφόσον το ρούχο φορεθεί, δεν μπορεί να αλλαχτεί).Στην ενεργητική φωνή έχει και ενεργητική και παθητική διάθεση (αλλάζω κάτι ή αλλάζω ο ίδιος).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.